Κυριακή 20 Ιουλίου 2014

Η απαιδευσία των πολιτικών κυοφορεί τερατογενέσεις ΓΙΑΝΝΑΡΑΣ ΧΡΗΣΤΟΣ



Ο όρος «λαϊκή δεξιά» μοιάζει λεκτικό πυροτέχνημα, κενό από κάθε πολιτικό ρεαλισμό – όπως και το κενολόγημα «κεντροαριστερά». Οταν η εκδοχή της πολιτικής είναι μόνο διαχειριστική και ολική η έκλειψη κοινωνικών στόχων άλλων πέρα από την αύξηση της καταναλωτικής ευχέρειας, τότε η πολιτική γίνεται παιχνίδι παραγωγής ψευδαισθήσεων. Το παιχνίδι οργανώνεται με τους κανόνες εντυπωσιασμού του καταναλωτή, κανόνες του μάρκετινγκ – η «λαϊκή δεξιά» ή η «κεντροαριστερά» είναι τα λεκτικά ισοδύναμα στην πολιτική με το «λευκότερο του λευκού» στα απορρυπαντικά ή με το «διπλό φλουοράιντ» στις οδοντόκρεμες.
Το 1974 ο Κων. Καραμανλής ίδρυσε ένα καινούργιο κόμμα: σαφώς σχήμα – όχημα για να ασκήσει την προσωπική του δεξιότητα στη διαχειριστική πολιτική. Προδικτατορικά ονόμαζε το κόμμα του «Εθνική Ριζοσπαστική Ενωση», μεταδικτατορικά το ονόμασε «Νέα Δημοκρατία». Και οι δύο ονομασίες ήταν απολύτως εμπορικές (διαφημιστικές), δεν απηχούσαν κοινωνικούς στόχους ούτε πολιτικές προτεραιότητες. Πολιτική φιλοσοφία του Κων. Καραμανλή ήταν, σαφέστατα, ο Ιστορικός Υλισμός, με άψογο (χρησιμοθηρικό) σέβας για το εθνικοθρησκευτικό «εποικοδόμημα».
Ο Ανδρέας Παπανδρέου, ίσως πανουργότερος, διέβλεψε τις συνέπειες του κενού που είχε αφήσει στις συνειδήσεις η γελοιοποίηση του εθνικοθρησκευτικού «εποικοδομήματος» από τη χούντα. Δεν δίστασε να αγνοήσει τον διεθνιστικό χαρακτήρα των «σοσιαλιστικών» (υποτίθεται) αρχών του και να συνθηματολογήσει με μια ρητορική πατριωτικού ελληλοκεντρισμού, ολοφάνερα ιδεοληπτικού αλλά αρεστού στη μάζα. Αποδείχθηκε όμως και αυτός ο «πατριωτισμός» παροδικό διαφημιστικό τέχνασμα, που ταχύτατα θάφτηκε, μαζί με τον «σοσιαλισμό», στη θυελλώδη και αδίστακτη υστερία απόλυτης προτεραιότητας του καταναλωτισμού. Υστερία που ισοπέδωσε το πολιτικό τοπίο εξαφανίζοντας και τα τελευταία ίχνη διαφοροποιήσεων λογικής του «δημοσίου συμφέροντος» ή στοχεύσεων «ποιότητας» του κοινού βίου.
Για λόγους που δύσκολα ανιχνεύονται, η εμφανιζόμενη ως «αριστερά» στην Ελλάδα, μετά τη μεταπολίτευση, προσπάθησε με κάθε τρόπο και πολύ πάθος να χαρίσει στη χούντα των μικρονοϊκών δικτατόρων του 1967 – 1974 (και μετά την έκλειψη του πανάθλιου συμπτώματος) την εσαεί αποκλειστικότητα εκπροσώπησης και διαχείρισης (μονοπώλιο) όχι μόνο του εθνικιστικού πρωτογονισμού και της ψυχολογικής πατριδοκαπηλίας, αλλά κάθε εκδοχής του πατριωτισμού: Η χρήση και μόνο της λέξης «πατρίδα». Η αναφορά σε ελληνική ιδιαιτερότητα (αναγκών, ιστορικών εθισμών, ιεράρχησης προτεραιοτήτων, νοοτροπίας και πολιτισμού). Η παραδοχή οργανικής, εξελικτικής συνέχειας της ελληνικής γλώσσας από την αρχαιότητα ώς σήμερα, συνέχειας της ιστορικής συνείδησης των Ελλήνων. Ο ουσιαστικός, δημιουργικός εξελληνισμός της Ανατολικής Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας, η αποκαλυπτική ελληνικότητα της Τέχνης, των θεσμών της παιδείας της – τέτοια και πλήθος ανάλογα θέματα χαρακτηρίστηκαν από την «αριστερά» ότι προδίδουν σαφή προσχώρηση στη χουντική «εθνικοφροσύνη», εκφράζουν «τον αμυντικό εθνικισμό του ελληνικού εθνολαϊκισμού», δεν απέχουν πολύ από τον φασισμό, συντηρούν το φάσμα μιας αενάως επαπειλούμενης χούντας.
Εντεχνα και μεθοδικά θάφτηκε, αποσιωπήθηκε, αγνοήθηκε κάθε έκφραση πατριωτισμού – ελληνοκεντρισμού που βρισκόταν στους αντίποδες (αναιρούσε την ψευτιά) της εθνικιστικής καπηλείας ή υστερίας. Καμιά ποτέ παραμικρή νύξη από την «αριστερά» για τον ελληνοκεντρισμό λ.χ. του Μάνου Χατζιδάκι και τη συναρπαστική, ανεπανάληπτη πολιτική πραγμάτωση αυτού του ελληνοκεντρισμού στο «Τρίτο Πρόγραμμα». Απόλυτη αποσιώπηση του πατριωτικού μανιφέστου της μεταπολίτευσης, που είναι το κείμενο του Οδυσσέα Ελύτη «Τα δημόσια και τα ιδιωτικά»: η ελληνική ετερότητα ως δυνατότητα ενεργητικής μετοχής στο παγκοσμιοποιημένο σήμερα. Αγνόησε χυδαία και προκλητικά η «αριστερά» τον πολιτικό Σεφέρη, τις συγκλονιστικές του υποθήκες και νουθεσίες, αγνόησε την πολιτική σκέψη του συνεπέστατου στις εκσυγχρονιστικές του απαιτήσεις, ελληνοκεντρικού ευρωπαϊστή, Γιώργου Θεοτοκά.
Εσκεμμένα και δόλια επιδίωξε η «αριστερά» να αγνοηθεί και παρακαμφθεί η γνησιότητα του πατριωτισμού, να ταυτιστεί ο πατριωτισμός στις συνειδήσεις «με την πολιτική κουλτούρα και τις αξίες των λαϊκών στρωμάτων του συντηρητισμού… Αγροτικοί πληθυσμοί, ηλικιωμένοι και θρησκευόμενοι (δηλαδή: λούμπεν στοιχεία της ελλαδικής κοινωνίας), όλοι εχθρικοί απέναντι στη δυτική πολυπολιτισμική κουλτούρα (αλήθεια: πολυπολιτισμικός ο Γερμανός; πολυπολιτισμικός ο Γάλλος;) με ροπή στον αυταρχισμό, κάνουν δυναμικές εμφανίσεις σε συλλαλητήρια για το Μακεδονικό ή για την αναγραφή του θρησκεύματος στις ταυτότητες». Αυτό θέλει η «αριστερά» να είναι ο πατριωτισμός στην Ελλάδα.
Για λόγους που ακόμα πιο δύσκολα ανιχνεύονται, αυτήν ακριβώς την αντίληψη για τον πατριωτισμό και την ελληνικότητα εγκολπώθηκε και η «Νέα Δημοκρατία» – παλεύει με κάθε τρόπο, χρόνια τώρα, να αποφύγει τη «ρετσινιά» του πατριωτικού κόμματος ή των κριτηρίων φιλοπατρίας (αξιοπρέπειας) στην άσκηση εξωτερικής πολιτικής. Η καταγραφή και μόνο των συμπτωμάτων αυτής της υστερικής φοβίας θα απαιτούσε πολυσέλιδο σύγγραμμα – θυμηθείτε την εκπαιδευτική πολιτική της κυρίας Γιαννάκου, τον πελιδνό και άφωνο Καραμανλή, τον βραχύ, τη νύχτα που η Τουρκία παζάρευε τον τίτλο του υποψήφιου μέλους της Ε.Ε., χωρίς να υπάρχει κανένας να της θέσει στοιχειώδεις όρους σεβασμού του Διεθνούς Δικαίου.
Η Ν.Δ. αρνήθηκε μετά βδελυγμίας να αποτελέσει κόμμα πατριωτικό, να υπηρετήσει την κοσμοπολίτικη ελληνικότητα του Σεφέρη, του Θεοτοκά, του Ελύτη, του Μάνου Χατζιδάκι. Το νοητικό επίπεδο και η στάθμη καλλιέργειας των στελεχών της καθήλωσαν το κόμμα σε ουραγό της «αριστεράς»: να ταυτίζει την ελληνικότητα με τον επαρχιώτικο εθνικισμό και τη βαλκανική μιζέρια, να αποκλείει κάθε ενεργό ρόλο ελληνικής ετερότητας στον εντόπιο και στον διεθνή πολιτικό στίβο.
Ετσι φτάσαμε «κάποιοι κλόουν της πολιτικής σκηνής» να διεκδικούν στο κοινοβούλιο και στην κοινωνία την εκπροσώπηση του πατριωτισμού και της ελληνικότητας, ακριβώς με τις προδιαγραφές που βολεύουν απολύτως τη δολιότητα της «αριστεράς» και την ευτέλεια της Ν.Δ. Τα ονόματα των κλόουν γνωστά, γραφικά, «της πλάκας». Μήπως και ο εθνικιστικός τραμπουκισμός της Χ.Α. είναι επίσης αποκύημα της ίδιας πολιτικής;

Κυριακή 6 Ιουλίου 2014

Η ΣΥΝΤΕΧΝΙΑ ΤΩΝ ΥΠΟΤΑΓΜΕΝΩΝ

 Author: 

KARTESIOS050714
Στην κοινή συνείδηση υπήρχε εδώ και χρόνια μία μεγάλη συντεχνία και μία υπο-συντεχνία της. Ήταν η συντεχνία των δημοσίων υπαλλήλων και η υπο-συντεχνία των εργαζομένων στις ΔΕΚΟ. Ελπίζω σε αυτό να συμφωνούμε όλοι. Έρχονται, λοιπόν, οι τρεις κυβερνήσεις των τελευταίων ετών και ως άλλοι Ζορό του αδικημένου ιδιωτικού τομέα, θέλουν να ξεμπερδεύουν με τις συντεχνίες του Δημοσίου προς όφελος, όπως λένε, της αγοράς.
Ξεκίνησε, λοιπόν, η κυβέρνηση των πασοκοΛοβέρδων το ξεκλήρισμα των συντεχνιών του Δημοσίου και το ολοκληρώνει πάλι μία κυβέρνηση των δεξιοΛοβέρδων, με το ίδιο ζηλευτό πάθος. Κι εδώ αρχίζουν τα περίεργα. Ξαφνικά, μαθαίνουμε ότι συντεχνίες δεν υπάρχουν μόνο στο Δημόσιο αλλά υπάρχουν πολύ περισσότερες στον ιδιωτικό τομέα.
Η κυβέρνηση ανακαλύπτει τη συντεχνία των φαρμακοποιών, των μικρών διαγνωστικών κέντρων, των περιπτεράδων, των αρτοποιών, των φορτηγατζήδων, των ταξιτζήδων, των μικρομεσαίων επιχειρηματιών, των ναυτεργατών, των αγροτών, των κτηνοτρόφων, των μικροπωλητών, των βιομηχανικών εργατών που απολύονται σωρηδόν και κλωτσηδόν των…, των…, των…
Όλες αυτές οι επαγγελματικές ομάδες βαφτίζονται συντεχνίες με τεράστια ευκολία από την κυβέρνηση και τα ιδιόκτητα ΜΜΕ της, οπότε ξαφνικά η κοινωνία των εργαζομένων σε Δημόσιο και Ιδιωτικό τομέα μετατρέπεται σε ένα σύνολο αμαρτωλών συντεχνιών. Το οποίο, μάλιστα, δε δικαιούται ούτε να ομιλεί, ούτε να αντιδρά, ούτε να διεκδικεί. Δικαιούται μόνο να αποδέχεται αδιαμαρτύρητα τον χαρακτηρισμό της «βλαπτικής για τη σωτηρία της χώρας» συντεχνίας. Α, ναι, και να νιώθει ενοχές για τα πάντα. Να νιώθει ενοχές όταν υπερασπίζεται τα συμφέροντά της, διότι το συμφέρον είναι διαβολικό, κακό, απεχθές και παράνομο.
Νομίζω ότι και σε αυτό συμφωνούμε οι περισσότεροι. Δεν προσπαθώ να περιγράψω κάτι καινούριο, ούτε να εξηγήσω για ποιο λόγο θα έπρεπε όλοι μαζί, ενωμένοι και δίχως διαχωρισμούς «Δημόσιου – Ιδιωτικού τομέα» να παλέψουμε τουλάχιστον για τα βασικά. Όπως έγραψα και σε μία φίλη, μας έτυχε να ζήσουμε στην κοινωνία όπου οι Εφιάλτες είναι περισσότεροι από τους Σπαρτιάτες. Ως εκ τούτου, ανθρωποφαγία μετ’ απολαύσεως.
Ο λόγος που γράφω γι’ αυτή την παραγωγή «συντεχνιών» είναι για να δούμε ποιοι μας χαρακτηρίζουν «συντεχνία» όλους εμάς. Λοιπόν, πρόκειται για το πολύ 100 οικογένειες που επί δεκαετίες εναλλάσσονται σε βουλευτικά έδρανα, κυβερνητικές καρέκλες και πρωθυπουργικά γραφεία.
100 οικογένειες που από τον παππού στον εγγονό είναι αφορολόγητοι εφοπλιστές, μεγαλοεργολάβοι δημοσίων έργων, μιντιάρχες, τραπεζίτες, πετρελαιάδες. 100 οικογένειες που ελέω Θεού, διορισμών, εκβιασμών, διαπλοκής και άνευ ενδοιασμών δημιούργησαν εδώ και δεκαετίες την πολιτική και οικονομική ελίτ του τόπου. Είναι τυπικοί φεουδάρχες. Είναι οι μόνιμοι κάτοικοι του νεολουδοβίκειου παλατιού. Αυτοί όλοι δεν είναι «Ιδιωτικός Τομέας». Είναι ΤΟ κράτος. Είναι το Δημόσιο μέσα στα στομάχια τους. Είναι τα δημόσια έσοδα υλικά για τις βίλες και τις πισίνες τους.
Ιδού φίλες και φίλοι η ΣΥΝΤΕΧΝΙΑ! Κι αν θέλετε και τις υπο-συντεχνίες της, είναι εκείνες των ρουφιάνων της και των μαντρόσκυλών της. Των λακέδων που πληρώνονται για τη βρώμικη δουλειά. Δηλαδή να χώνουν τις βρώμικες χερούκλες τους μέσα στα μυαλά μας και να τα ρυθμίζουν έτσι ώστε να βλέπουμε γύρω μας διάφορους εχθρούς πλην του πραγματικού. Κι εκείνους που φροντίζουν να χτυπήσουν με γκλομπ όποιο κεφάλι προσπαθήσει να σκεφτεί.
Καθώς εμείς, λοιπόν, παράγουμε τον πλούτο που θα απολαύσουν οι 100 ή κυνηγάμε ελπίδες για ένα μεροκάματο των 10 ευρώ, οι 100 οικογένειες ενδυναμώνουν τη συντεχνία τους. Διότι σε αυτή την περίπτωση, η υπεράσπιση και αύξηση των συμφερόντων τους είναι Θεού θέλημα, αυτονόητο, ηθικό και καλύπτεται από χίλιους νόμους.
Είμαστε εκπαιδευμένα σκυλιά που όποτε θέλει η συντεχνία, μας πετάει το μπαλάκι στο δάσος κι εμείς τρέχουμε να το φέρουμε για ένα «μπράβο». Συχνά μαλώνουμε μεταξύ μας για το ποιος θα πιάσει πρώτος το μπαλάκι. Σκοτωνόμαστε σαν τα σκυλιά. Δαγκωνόμαστε. Και διασκεδάζει μαζί μας η συντεχνία των 100. Η συντεχνία των κυρίαρχων.
Ο πίνακας στο μουσείο της ελίτ είναι περιγραφικότατος. Είμαστε οι γελωτοποιοί τους. Και η σκέψη ότι όλο αυτό το σκηνικό, καθώς και τους ρόλους μας, το στήνουμε εμείς ψηφίζοντας, είναι ένας καλός λόγος για να σε στείλει ψυχιατρείο. Στην πτέρυγα των εθελοντικά υποταγμένων.

Καταγγελία-βόμβα Γιάννη Πανούση για συναλλαγές ενόψει προεδρικής εκλογής!!!

JUL
5


Σε μια καταγγελία-βόμβα, για συναλλαγές (!) στο περιθώριο της προεδρικής εκλογής, προχώρησε ο καθηγητής και βουλευτής της Δημοκρατικής Αριστεράς Γιάννης Πανούσης, με συνέντευξή του στην “Ελευθεροτυπία του Σαββάτου”.

Όπως σημειώνει η εφημερίδα στο σχετικό πρωτοσέλιδο “χτύπημά” της,
ο Γιάννης Πανούσης ξεκαθαρίζει ότι δεν θα ψήφιζε για Πρόεδρο της Δημοκρατίας ούτε καν τον ίδιο τον Φώτη Κουβέλη, ώστε να οδηγηθεί η χώρα σε πρόωρες εκλογές, ενώ προσθέτει ότι “γίνονται συναλλαγές με πρόθυμους βουλευτές, με όλα τα μέσα”, στην προσπάθεια συγκρότησης προεδρικής πλειοψηφίας, που θα οδηγήσει στην εκλογή του διαδόχου του Κάρολου Παπούλια στην Προεδρία της Δημοκρατίας από τη σημερινή Βουλή.

Ο Γιάννης Πανούσης, ο οποίος έχει εκλεγεί στο Κοινοβούλιο με τη Δημοκρατική Αριστερά, έχει μακρά διαδρομή στον ακαδημαϊκό χώρο.

Πηγή:  ysterografa.gr

ΧΩΡΙΣ ΛΟΓΙΑ